Γιώργος Αρβανιτίδης τα αποδημητικά υδρόβια πουλιά αποτελούν κρίσιμους κρίκους στην αλυσίδα της ισορροπίας της φύσης στον πλανήτη μας και στην χώρα μας.
Ο τόπος μας έχει την ευλογία να είναι ελκυστικός και πέρασμα πολλών τέτοιων ειδών. Η παρουσία – κυρίως πουλιών – αλλά και θαλάσσιων ειδών αποτελεί στοιχείο της ταυτότητα που θέλουμε και μπορούμε να προβάλουμε περισσότερο. Και αυτό που αποτελεί στοιχείο της ταυτότητάς σου το προστατεύεις, το αναδεικνύεις και πρέπει να θέλεις να το παραδώσεις – ει δυνατόν – αλώβητο, στις επόμενες γενιές.
Το Δέλτα των ποταμών Γαλλικού, Λουδία, Αξιού και Αλιάκμονα αποτελεί μια τέτοια ευλογημένη περιοχή.
Μια περιοχή NATURA, που προστατεύεται από τη Σύμβαση RAMSAR και η οποία είναι μόνο ένα τμήμα του ενιαίου παραλιακού μετώπου της Θεσσαλονίκης και ενός ευρύτερου οικοσυστήματος του Θερμαϊκού κόλπου.
Ένας Θερμαϊκός, που χρήζει βέβαια περιβαλλοντικής εξυγίανσης από προβλήματα οσμής, φυτοπλαγκτόν, το βιολογικό καθαρισμό κλπ.. Αλλά και οι εκβολές των ποταμών με κυριότερο τον Αξιό αντιμετωπίζουν προβλήματα υποβάθμισης της ποιότητας και της ποσότητας των υδάτων τους. Και αυτό με την σειρά του έχει αρνητικές συνέπειες, τόσο για τα αποδημητικά πουλιά, όσο και στην αγροτική παραγωγή και το έδαφος.
Πριν λίγες ημέρες κυρώσαμε στην Βουλή, δυστυχώς με μεγάλη καθυστέρηση, τρείς πολύ σημαντικές διεθνείς Συμφωνίες, οι οποίες αφορούν κατά βάση τροποποιήσεις στο διεθνές πλαίσιο διατήρησης της Βιοποικιλότητας. Ιδιαίτερη βαρύτητα και σημασία πρέπει να δοθεί στο τι κάνουμε μετά την τυπική υποχρέωση κύρωσης των εν λόγω Συμφωνιών.
Πώς δηλαδή η Ελλάδα, ως συμβαλλόμενο μέρος, προτίθεται να προχωρήσει στην υιοθέτηση και εφαρμογή συντονισμένων μέτρων. Πώς η Ελλάδα πρέπει να εφαρμόσει στο πλαίσιο της εθνικής της δικαιοδοσίας τα μέτρα και τις ειδικές δράσεις που ορίζονται λαμβάνοντας υπόψη την αρχή της προφύλαξης.
Πώς η Ελλάδα προτίθεται να λάβει μέτρα για τη διατήρηση των αποδημητικών υδρόβιων πτηνών δίνοντας ιδιαίτερη προσοχή στα απειλούμενα με εξαφάνιση είδη.
Επισήμανα την ανάγκη για την πιστή τήρηση και εφαρμογή των Συμφωνιών αυτών και τόνισα ότι το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας (ΥΠΕΝ) οφείλει να αναλάβει άμεσα πρωτοβουλία για εκπόνηση ενός master plan εφαρμογής όλων των μέτρων του Σχεδίου Δράσης που προβλέπονται στις Συμφωνίες.
Και όλα αυτά να συμπεριληφθούν στην Εθνική Στρατηγική για την Βιοποικιλότητα και στο σχετικό Σχέδιο Δράσης εφαρμογής της Στρατηγικής που είναι υπό εκπόνηση στο ΥΠΕΝ και η οποία Στρατηγική θα έπρεπε να ήταν έτοιμη από καιρό, καθώς η προηγούμενη έχει ολοκληρώσει τον κύκλο της ήδη από το 2019!
Παράλληλα, χρειάζεται η ευαισθητοποίηση των πολιτών ώστε να κατανοήσουν και να κάνουν κτήμα τους την αναγκαιότητα προστασίας της βιοποικιλότητας ενός τόπου και την προστιθέμενη αξία που δίνει αυτή.
Σημαντική επίσης υπήρξε και η κύρωση ενός Πρωτοκόλλου για την διασυνοριακή ατμοσφαιρική ρύπανση. Αυτού του είδους τα προβλήματα γίνονται ακόμα πιο επικίνδυνα για τα κράτη που τα χωρίζουν πολύ μικρές αποστάσεις, τόσο στον αέρα, όσο και στο έδαφος. Ανήκουν δηλαδή γεωγραφικά στην ίδια ατμοσφαιρική «γειτονία» και έχουν για σύνορα λίμνες, θάλασσες, ποτάμια που είναι και σημαντικά οικοσυστήματα.
Τέτοια ακριβώς περίπτωση αποτελεί, και η γεωγραφική μας γειτονιά με τις χώρες της Βαλκανικής στον βορρά και την Τουρκία ανατολικά. Και εδώ τίθεται το ερώτημα εάν προτίθεται η χώρα μας να λάβει να αναγκαία μέτρα αλλά και πιο ενεργές πρωτοβουλίες προκειμένου να περιοριστεί αυτή η διασυνοριακή ρύπανση.
Σε κάθε περίπτωση, δεν θα πρέπει κάθε φορά να μένουμε στην τυπική διεκπεραίωση των διεθνών μας υποχρεώσεων, αλλά να θεωρούμε ως εθνική μας υποχρέωση την προστασία της βιοποικιλότητας και την ορθολογική διαχείριση των οικοσυστημάτων της πατρίδας μας, ως ταυτοτικό στοιχείο του κάθε τόπου.